Η παρακάτω εργασία κυκλοφόρησε
σε CD-ROM,
ως παρουσίαση του POWER POINT.
Α. ΑΡΚΑΔΙΑ
Οι Αρκάδες, κατά τη μυθολογία, είναι ο αρχαιότερος λαός της γης.
Ζούσαν στα βουνά και τα δάση όπου ζούσαν και ο θεός Παν, οι Νύμφες και οι
Δρυάδες πριν εμφανιστεί το φεγγάρι στον ουρανό.
Ο Παν ήταν γιος του Ερμή. Είχε ανθρώπινο σώμα σκεπασμένο με τρίχες, αλλά
πόδια τράγου και κέρατα στο κεφάλι. Ζούσε στα βουνά, στα δάση και στα λαγκάδια
και έπαιζε με τα ζώα, τον άνεμο, τα νερά και τους ανθρώπους της εξοχής. Όλη μέρα
έπαιζε με μια εφτακάλαμη φλογέρα, γελούσε και ξεφώνιζε. Οι βοσκοί και οι κυνηγοί
τον είχαν για προστάτη τους.
Γενάρχης των Αρκάδων είναι ο Πελασγός και γι’ αυτό η Αρκαδία λεγόταν
Πελασγία. Ήταν βασιλιάς τους και ήταν αυτός που έμαθε τους ανθρώπους να
φτιάχνουν καλύβες.
Γιος του Πελασγού ήταν ο Λυκάονας, που ίδρυσε την πόλη Λυκόσουρα στο όρος
Λύκαιο, την ιερή κορυφή των Αρκάδων. Καθιέρωσε τους αγώνες «Λύκαια»
προς τιμήν του Λύκαιου Δία. Οι αγώνες αυτοί έχουν αναβιώσει και γίνονται και
σήμερα κάθε τέσσερα χρόνια στο όρος Λύκαιο.
Ο Λυκάονας είχε πενήντα γιους και μια κόρη, την Καλλιστώ. Γιος της
Καλλιστούς και του Δία ήταν ο Αρκάς, που έγινε βασιλιάς και απ’ αυτόν η περιοχή
ονομάστηκε Αρκαδία αντί Πελασγία.
Οι Αρκάδες πήραν
μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Στο γυρισμό τους προσάραξαν στην Κύπρο και ίδρυσαν την
Πάφο.
Η Αρκαδία
κατακτήθηκε από τους Αχαιούς. Οι Δωριείς δεν κατόρθωσαν να υποτάξουν τους
Αρκάδες που διατήρησαν τον πολιτισμό, τα ήθη, τα έθιμα και τη γλώσσα τους, που
μοιάζει με την κυπριακή, μια και η Κύπρος διατηρήθηκε κι αυτή αμιγής αχαϊκή
αποικία.
Η αρκαδική φύση
έχει υμνηθεί από πολλούς ξένους λογοτέχνες, ιστορικούς, περιηγητές σαν την πιο
όμορφη περιοχή της γης. Πράγματι, τα δάση, οι λαγκαδιές, οι βρύσες, τα φαράγγια
της ήταν και είναι εκπληκτικά. Εκεί που η Αρκαδία βρίσκει την ιδανική έξαρσή
της, είναι στο «Φάουστ» του Γερμανού ποιητή Γκαίτε, όπου ο Φάουστ και η ωραία
Ελένη βρίσκουν την Αρκαδία σαν τον ιδανικό τόπο για να ζήσουν ήσυχοι κι
αμέριμνοι μακριά απ’ τον υπόλοιπο κόσμο.
Σύμφωνα με το
περιοδικό «Μετρό», η Αρκαδία είναι η δεύτερη σε αριθμό χλωρίδας περιοχή της γης,
έχοντας πάνω από 2.000 διαφορετικά είδη φυτών.
Ο σημερινός
Νομός Αρκαδίας έχει πρωτεύουσα την Τρίπολη και σπουδαιότερες πόλεις τη
Μεγαλόπολη, το Άστρος, το Λεωνίδιο, τη Δημητσάνα. Ο καινούριος εθνικός δρόμος
που περνάει από τη σήραγγα του Αρτεμισίου μείωσε πολύ την απόσταση από την Αθήνα
και πολλοί επισκέπτες-τουρίστες έρχονται να γνωρίσουν τα πάμπολλα αξιοθέατά της.
Β. ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ
Η Επαρχία Μεγαλόπολης είναι μια από τις τέσσερις επαρχίες του Ν. Αρκαδίας.
Βρίσκεται στο κέντρο της Πελοποννήσου, κοντά στον ποταμό Ελισσώνα, που
είναι παραπόταμος του Αλφειού. Η επαρχία περιλαμβάνει, εκτός από τη Μεγαλόπολη,
πάνω από εκατό μικρά και μεγάλα χωριά, περιμετρικά και σε ακτίνα όχι μεγαλύτερη
των 40 χμ. Χωριά όμορφα, γραφικά, χτισμένα σε σπουδαίες θέσεις, το καθένα με τη
δική του ιστορία.
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ
Η λεκάνη της Μεγαλόπολης προϊστορικά ήταν λίμνη. Στον πυθμένα και στα
πλευρά της ζούσαν υδρόβια φυτά και στις πλαγιές των γύρω βουνών υπήρχαν πυκνά
δάση. Κατά το Πλειστόκαινο (πριν από 2.000.000 χρόνια) ζούσαν εδώ σπονδυλωτά και
προβοσκιδωτά ζώα (ελέφαντες, ρινόκεροι, ιπποπόταμοι κ.ά.) που είχαν
μεταναστεύσει από την Κεντρική Ασία και την Αφρική μέσω του Σουέζ (η μορφή της
ξηράς ήταν τότε πολύ διαφορετική από τη σημερινή).
Πριν από 100.000 χρόνια η λίμνη έγινε έλος. Στον πυθμένα του
καταπλακώνονταν νεκρά φυτικά υλικά, που με το πέρασμα των αιώνων εξανθρακώθηκαν
και δημιουργήθηκε ο λιγνίτης. Επίσης, τα λείψανα των νεκρών ζώων παρασύρονταν
από τους χειμάρρους στον πυθμένα του έλους και σιγά σιγά απολιθώθηκαν.
Κάποια στιγμή τα νερά βρήκαν διέξοδο από τα στενά της Καρίταινας και το
έλος άδειασε. «Απομεινάρια» εκείνης της εποχής είναι τα πλούσια κοιτάσματα
λιγνίτη αλλά και τα απολιθωμένα οστά προϊστορικών ζώων, που βρέθηκαν με
ανασκαφές το 1902 στο Ίσωμα Καρυών και σε γειτονικά χωριά. Ανακαλύφθηκαν τόνοι
λειψάνων, που βρίσκονται σήμερα σε αποθήκες του Πανεπιστημίου της Αθήνας.
Ελπίζουμε κάποτε να δημιουργηθεί στη Μεγαλόπολη ο κατάλληλος μουσειακός χώρος
ώστε τα σημαντικά αυτά ευρήματα να εκτίθενται στην πόλη μας.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ –
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
Η απαρχή της «Μεγάλης Πόλεως» βρίσκεται στην ήττα της Σπάρτης στα Λεύκτρα
το 371 π.Χ. και στην επέμβαση του Επαμεινώνδα στην Πελοπόννησο, το χειμώνα του
370/369 π.Χ. Τότε, με τη βοήθεια των Θηβαίων, άλλαξε ο πολιτικός χάρτης της
Πελοποννήσου, αφού ελευθερώθηκαν οι Μεσσήνιοι και ιδρύθηκε το Αρκαδικό Κοινό. Το
368 π.Χ. η Σπάρτη, υπό το βασιλιά της Αρχίδαμο, νίκησε τους Αρκάδες στην Άδακρυ
Μάχη. Τότε οι Αρκάδες αποφάσισαν να χτίσουν την πρωτεύουσα του Κοινού τους σε
θέση επίκαιρη, ώστε να είναι ταυτόχρονα και αντισπαρτιατικό οχυρό.
Πολίτες της Μεγάλης Πόλεως
έγιναν, με τη θέλησή τους ή με τη βία, οι κάτοικοι σαράντα πόλεων της Αρκαδίας,
μεταξύ των οποίων η Αλέα, το Παλλάντιο, η Ευταία, το Λεύκτρον, η Θωκνία, η
Γόρτυς, η Θεισόα, το Μεθύδριον, το Λύκαιον, οι Τρικόλωνοι, η Λυκόσουρα, οι τρεις
πόλεις Καλλία, Δίποινα και Νώνακρις (Τρίπολις) κ.ά.
Η οικοδόμηση και ο
καλλωπισμός της Μεγάλης Πόλεως διήρκεσε μια σχεδόν δεκαετία. Το 364 π.Χ., όταν ο
Αρχίδαμος εξεστράτευσε εναντίον της, ηττήθηκε στον Κρώμνο και η Σπάρτη κατανόησε
ότι απέκτησε ισχυρό αντίπαλο στα βόρεια σύνορά της.
Το 353/352 π.Χ. οι Σπαρτιάτες
εκστρατεύουν και πάλι εναντίον της Μεγάλης Πόλεως. Οι κάτοικοί της ζητούν τη
βοήθεια των Αθηναίων, και ο ρήτορας Δημοσθένης εκφωνεί στην Εκκλησία του Δήμου
το λόγο του «Υπέρ Μεγαλοπολιτών».
Μετά τη μάχη
της Χαιρώνειας, το 338 π.Χ., η Μεγάλη Πόλις συμμετέχει στη συμμαχία του βασιλιά
Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας. Ο Φίλιππος ο Β΄ (πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου)
επισκέφτηκε τη Μεγάλη Πόλη και οι Μεγαλοπολίτες έχτισαν προς τιμή του στην Αγορά
τους τη «Φιλίππειο Στοά». Για τα φιλομακεδονικά τους αισθήματα, οι Μεγαλοπολίτες
απέκτησαν ακόμα μεγαλύτερη έχθρα με τη Σπάρτη, εχθρική πόλη προς τους
Μακεδόνες.
Όταν βασιλιάς της Μακεδονίας ήταν ο Αλέξανδρος και έγινε αποστασία από
πολλές πόλεις, η Μεγάλη Πόλις του έμεινε πιστή. Τότε ο Αλέξανδρος τιμώρησε τους
αποστάτες και περνώντας από τη Μεγάλη Πόλη έμεινε σε μια οικία, απέναντι από το
θέατρο της πόλης. Αναχωρώντας ο Αλέξανδρος πήρε και πολλούς Μεγαλοπολίτες για
την εκστρατεία του στην Ασία.
Τον 3ο π.Χ. αιώνα η Μεγάλη Πόλις απέκτησε τύραννο, πρώτα το
«χρηστό» Αριστόδημο και αργότερα το Λυδιάδα. Ο πρώτος συνέτριψε το βασιλιά της
Σπάρτης Ακρότατο στα προάστια της Μεγάλης Πόλεως, χτίζοντας από τα λάφυρα της
μάχης τη «Μυρόπωλιν Στοά» στην Αγορά της. Ο δεύτερος άφησε οικειοθελώς την
εξουσία και ενέταξε τη Μεγάλη Πόλη στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, μεγαλώνοντας την
έχθρα με τη Σπάρτη.
Το 223 π.Χ. ο Κλεομένης ο Γ΄ πραγματοποιεί το όνειρο των Σπαρτιατών,
καταλαμβάνοντας και λεηλατώντας τη Μεγάλη Πόλη. Το 222π.Χ. όμως οι Σπαρτιάτες
γνωρίζουν την ήττα στη μάχη της Σελλασίας, όπου αναδεικνύεται ο Φιλοποίμην.
Το παρελθόν
και το παρόν της Μεγαλόπολης
Ο
ΦΙΛΟΠΟΙΜΗΝ
Ο Φιλοποίμην (253-183 π.Χ.) ήταν από τους σπουδαιότερους στρατηγούς της
Αχαϊκής Συμπολιτείας. Διακρίθηκε στη μάχη της Σελλασίας εναντίον του Κλεομένη
του Γ΄ (222 π.Χ.) και το 208 π.Χ. νίκησε στη Μαντινεία τον τύραννο της Σπάρτης
Μαχανίδα. Επανεξελέγη στρατηγός το 206 και το 201 π.Χ. και κατά το δεύτερο
πόλεμο των Ρωμαίων εναντίον των Μακεδόνων κράτησε μια ουδετερότητα μάλλον
ευνοϊκή προς τη Μακεδονία, φοβούμενος την αύξηση της ρωμαϊκής δύναμης.
Αφού νίκησε και το νέο τύραννο της Σπάρτης Νάβιδα προσπάθησε να
προσαρτήσει τη Σπάρτη στην Αχαϊκή Συμπολιτεία. Οι
Σπαρτιάτες ζήτησαν τότε τη βοήθεια των Ρωμαίων κι αυτό έδωσε αφορμή στο
Φιλοποίμενα να καταλάβει τη Σπάρτη και να γκρεμίσει τα τείχη της. Όταν
αποστάτησε η Μεσσήνη από τη Συμπολιτεία (184 π.Χ.) ο Φιλοποίμην, που είχε
εκλεγεί για 8η φορά στρατηγός, εισέβαλε με τo ιππικό του στη
Μεσσηνία, αλλά αιχμαλωτίστηκε από τους Μεσσηνίους οι οποίοι τον ανάγκασαν να
πιει δηλητήριο και έτσι να πεθάνει.
Όταν η
αγγελία του θανάτου του έφτασε στους Αχαιούς, όλες οι πόλεις τους πλημμύρισαν
από πένθος. Οι άρχοντες συγκεντρώθηκαν στη Μεγάλη Πόλη,εξέλεξαν νέο στρατηγό το
Λυκόρτα και εισέβαλαν στη Μεσσηνία, τιμωρώντας τη δολοφονία του Φιλοποίμενα με
φοβερές σφαγές και καταστροφές.
Αφού πήραν τη σορό του, την έκαψαν και έβαλαν την τέφρα σε μια μαρμάρινη
υδρία, που μετέφερε ο γιος του στρατηγού Λυκόρτα Πολύβιος, και ξεκίνησε μια
μεγάλη πομπή από τη Μεσσήνη στη Μεγάλη Πόλη. Οι κάτοικοι των πόλεων απ’ όπου
περνούσε η πομπή υποδέχονταν το νεκρό σαν να γύριζε νικητής από εκστρατεία κι
ακολουθούσαν κι αυτοί την πομπή, ως τη Μεγάλη Πόλη. Εκεί, άρχισαν όλοι να
θρηνούν, καταλαβαίνοντας πως ο χαμός του μεγάλου αυτού άνδρα θα σήμαινε και το
δικό τους χαμό.
Ο Φιλοποίμην, δίκαια, επονομάστηκε «ο έσχατος των Ελλήνων», με την έννοια
του ότι υπήρξε ο τελευταίος μεγάλος Έλληνας, μετά τον οποίο δεν αναδείχτηκε
σπουδαιότερος στην αρχαία Ελλάδα.
Ο
ΠΟΛΥΒΙΟΣ
Ο ιστορικός Πολύβιος γεννήθηκε στη Μεγάλη Πόλη περίπου το 205 π.Χ. και ήταν
γιος του στρατηγού Λυκόρτα. Από μικρό παιδί ο Πολύβιος θαύμαζε τις στρατηγικές
ικανότητες και την ευφυΐα του Φιλοποίμενα. Αναμείχθηκε και ο ίδιος στην πολιτική
ζωή της Αχαϊκής Συμπολιτείας και έγινε ίππαρχος.
Το 168 π.Χ., μετά την κατάληψη της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους, οι
τελευταίοι αξίωσαν από τους Αχαιούς να στείλουν στη Ρώμη 1.000 ομήρους από τους
πιο αξιόλογους νέους της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Πολύβιος.
Επειδή είχε σπάνια μόρφωση και αγωγή, ο Ρωμαίος στρατηγός Αιμίλιος Παύλος
του ανέθεσε την εκπαίδευση των παιδιών του. Έτσι ο Πολύβιος γνώρισε και
συνδέθηκε με πολλούς επιφανείς Ρωμαίους πολιτικούς και στρατιωτικούς. Τις
γνωριμίες του αυτές τις εκμεταλλεύτηκε και με πολλά τεχνάσματα και σχέδια
επιδίωξε να κάνει τους Ρωμαίους να σέβονται την ελευθερία των λαών που είχαν
κατακτήσει.
Επειδή ήταν στενός φίλος του γιου του Αιμίλιου Παύλου, στρατηγού Σκιπίωνα,
ο Πολύβιος τον ακολούθησε σε όλες τις πολεμικές του επιχειρήσεις, λαμβάνοντας
γνώση όλων των επισήμων εγγράφων, σχεδίων, ενεργειών κτλ. των Ρωμαίων. Αυτό του
έδωσε απαραίτητα στοιχεία για το ιστορικό του έργο.
Το 151 π.Χ. ξαναγύρισε στη Μεγάλη Πόλη, καταφέρνοντας να ελευθερώσει και
άλλους 300 ομήρους, που ζούσαν ακόμα. Στην πατρίδα του ο Πολύβιος προσπάθησε όσο
μπορούσε να βοηθήσει τους συμπατριώτες του, μεσολαβώντας στους Ρωμαίους για
διάφορα ζητήματα. Πολλοί του καταλογίζουν ότι ήταν φίλος των Ρωμαίων, αλλά όταν
το 146 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατέκτησαν όλη την Ελλάδα, ο Πολύβιος προσπάθησε και
κατόρθωσε η συμπεριφορά των κατακτητών προς τους Έλληνες να είναι πιο επιεικής.
Από ευγνωμοσύνη οι Αχαιοί του έστησαν ανδριάντες και αναθηματικές στήλες σε
πολλές πόλεις, και όχι μόνο στη Μεγάλη Πόλη.
Το ιστορικό έργο του Πολυβίου είναι τεράστιας σημασίας. Αποτελούνταν από 40
βιβλία, από τα οποία διασώθηκαν ολόκληρα μόνο 5, και αποσπάσματα από τα άλλα.
Στα γραφόμενά του διακρίνουμε τη σοφή κρίση αλλά και την απόλυτη
αντικειμενικότητά του. Είναι ο ιστορικός που έγραψε «καθολική» ιστορία της
εποχής του, δηλαδή ιστορία που αναφέρεται σε όλους τους τότε λαούς, Έλληνες,
Ρωμαίους, Φοίνικες, Αιγυπτίους, Πέρσες, Ισπανούς, Γαλάτες κτλ.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το ότι ο Πολύβιος ήταν ο πρώτος ιστορικός που έγραψε
«πραγματική ιστορία», δηλαδή ιστορία απόλυτα αντικειμενική και κυρίως
απαλλαγμένη από μυθολογικά στοιχεία. Από το έργο του αντλούν οι μετέπειτα
ιστορικοί τις απαραίτητες πληροφορίες για την εποχή εκείνη. Δίκαια λοιπόν
θεωρείται μια από τις σπουδαιότερες πνευματικές μορφές της αρχαίας Ελλάδας και
ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς όλων των εποχών.
ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ
ΑΡΧΑΙΑΣ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗΣ
Τη Μεγάλη Πόλη τη χώριζε ο ποταμός Ελισσώνας σε δυο τμήματα, βόρειο και
νότιο.
Στο βόρειο τμήμα υπήρχε η Αγορά με το ναό του Λυκαίου Δία και το ναό της
Ρέας, τη Στοά του Φιλίππου, τα Αρχεία, τη «Μυρόπωλιν Στοά», όπου πωλούνταν μύρα
και έλαια, το Βουλευτήριο, το Γυμνάσιο και πολλά άλλα δημόσια κτίρια. Πολλά απ’
αυτά τα μνημεία έρχονται στο φως με τις ανασκαφές που γίνονται τελευταία, αμέσως
μετά τη γέφυρα του Ελισσώνα, πηγαίνοντας προς Καρίταινα.
Στο νότιο τμήμα υπήρχαν τα σπουδαιότερα οικοδομήματα. Κυριαρχούσε το
θέατρο, το «μέγιστον των εν Ελλάδι» (το μεγαλύτερο στην Ελλάδα), που κατά τους
μελετητές χωρούσε 17.000-21.000 θεατές. Αρχιτέκτονας του έργου ήταν ο γλύπτης
Πολύκλειτος ο Αργείος. Το θέατρο ήταν μοναδικό γιατί εκτός από το μέγεθος και τη
θαυμάσια ακουστική του, οι θεατές απολάμβαναν απέναντί τους τη θέα λαμπρών
οικοδομημάτων. Δυστυχώς, από το σπουδαίο αυτό μνημείο δε σώζονται σήμερα παρά
ελάχιστες κερκίδες.
Απέναντι από το θέατρο βρισκόταν το Θερσίλιο (Βουλευτήριο). Ήταν ένα
οικοδόμημα με εξαιρετική τέχνη και ωραιότητα. Αποτελούνταν από μια μεγάλη
αίθουσα, που χρησίμευε για τις συνελεύσεις των Μυρίων (δέκα χιλιάδων) Αρκάδων.
Το αρχιτεκτονικό του σχέδιο είναι μοναδικό για την αρχαία Ελλάδα. Kι απ’
αυτό το λαμπρό οικοδόμημα όμως δε σώζονται παρά μόνο οι βάσεις του.
Το αρχαίο
θέατρο της Μεγαλόπολης
Χάρτης της
αρχαίας Μεγαλόπολης
ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΙ
ΧΡΟΝΟΙ
Μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Ρωμαίους (146π.Χ.) η Μεγάλη Πόλις
ακολουθεί την τύχη όλου του ελληνισμού, χάνοντας την παλιά δύναμή της.
Ο γεωγράφος Στράβων, τον 1ο π.Χ. αιώνα, αντικρίζει το λείψανό της («…ερημία
μεγάλη ’στιν…»). Μια μακρά περίοδος σιωπής και ερήμωσης έχει αρχίσει. Για
πολλούς αιώνες, ο κύριος ρους της Ιστορίας θα κυλά μακριά από εδώ…
Τον καιρό της Βυζαντινής αυτοκρατορίας έγιναν μεγάλες καταστροφές των
αρχαίων έργων τέχνης από φανατισμένους χριστιανούς που αδυνατούσαν να
κατανοήσουν το μεγαλείο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και κατέστρεφαν
οτιδήποτε το ειδωλολατρικό. Αρχαίοι ναοί γκρεμίστηκαν και πάνω στα ερείπιά τους
χτίστηκαν χριστιανικοί ναοί (Αϊ-Γιώργης, Αγιο-Θανάσης, Μεταμόρφωση του Σωτήρα…).
Σιγά σιγά οι κάτοικοι της Μεγάλης Πόλης την εγκατέλειψαν λόγω της
ανασφάλειας που ένιωθαν στον κάμπο για να μετοικήσουν στα ορεινά. Έτσι την εποχή
αυτή οι ισχυρές πόλεις – κάστρα είναι η Βελιγοστή, η Καρίταινα, το Λεοντάρι, το
Ίσαρι. Σ’ όλα αυτά τα μέρη υπάρχουν σπουδαία μνημεία που θυμίζουν την παλιά τους
δύναμη.
ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ – ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Οι πρώτες καλύβες της Μεγαλόπολης εμφανίστηκαν τα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Το μικρό χωριό, γύρω απ’ τα ερείπια της αρχαίας Μεγάλης Πόλεως, πήρε το όνομά
του από τον Τούρκο τσιφλικά που είχε τριγύρω τα κτήματά του Σινάν ή Σινάνμπεη :
ονομάστηκε Σινάν ή (με ελληνική προφορά ) Σινάνου. Το Σινάνου παρέμεινε μικρό
χωριουδάκι σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, με λιγότερους από 100
κατοίκους.
Την ίδια περίοδο ιδρύονται και πολλά μοναστήρια της περιοχής μας (μονή
Ρεκίτσας, μονή Μπούρα, μονή Κραμποβού κ.ά.)
Σημαντικό γεγονός, το 1781, ήταν η νίκη του ονομαστού κλέφτη Ζαχαριά
Μπαρμπιτσιώτη κατά των Τούρκων στο Σάλεσι (Μακρύσι). Αλλά και κατά την
Επανάσταση τα χωριά της επαρχίας μας πρωτοστάτησαν με πολλούς αγωνιστές, όπως ο
Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας) από την Πολιανή (που ανήκε στην επαρχία
Λεονταρίου),ο Παναγιώτης Κεφάλας από το Διρράχι, ο Νικήτας Σταματελόπουλος
(Νικηταράς) από το Τουρκολέκα και αμέτρητους ακόμα πατριώτες που πολέμησαν για
την Ελευθερία.
Πολλά τα πολεμικά γεγονότα στην περιοχή μας και σε όλη την Αρκαδία : η μάχη
στον Άγιο Αθανάσιο της Καρίταινας, η μάχη στο Βαλτέτσι, η απελευθέρωση της
Τριπολιτσάς, η μάχη της Τραμπάλας…
Η
ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Το 1833 το νεοσύστατο ελληνικό κράτος περιλάμβανε 10 Νομούς. Η επαρχία
Μεγαλοπόλεως ήταν μια από τις τέσσερις επαρχίες του Νομού Αρκαδίας, παίρνοντας
το όνομά της από το αρχαίο Μεγάλη Πόλις. Πρωτεύουσα της επαρχίας Μεγαλοπόλεως
ορίστηκε το Λεοντάρι, σαν σπουδαιότερη πόλη της περιοχής.
Το 1837 ο Γερμανός μηχανικός Σαανέ έκανε το περίφημο ρυμοτομικό σχέδιο
του Σινάνου, σχέδιο που ελάχιστες πόλεις έχουν.Το μικρό χωριό άρχισε να
μεγαλώνει με ταχύ ρυθμό.
Το 1843, με διάταγμα του βασιλιά Όθωνα, το Σινάνου γίνεται πρωτεύουσα
της επαρχίας, αντί του Λεονταρίου. Το 1885 γίνεται και η μετονομασία της πόλης,
από το τουρκικό Σινάνου σε Μεγαλόπολη.
Ο πληθυσμός της πόλης αυξάνεται συνεχώς και το 1892 έχει 1.200
κατοίκους.
Το 1891, μετά από ανασκαφές Άγγλων αρχαιολόγων, έρχονται στο φως τα
ερείπια του αρχαίου θεάτρου. (Το 1930 γίνεται η πρώτη παράσταση μετά από
αιώνες…).
Το 1894
κατασκευάζεται η γέφυρα του ποταμού Ελισσώνα και το 1896 γίνεται η επέκταση του
σιδηροδρομικού δικτύου από το Μπιλάλι (Λεύκτρο) στη Μεγαλόπολη και ιδρύεται ο
σιδηροδρομικός σταθμός.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μεγαλόπολη γίνεται πλέον μια
σύγχρονη πόλη.
Το 1910 γίνεται η ύδρευση και ο ηλεκτροφωτισμός της πόλης. Η Μεγαλόπολη είχε
την τύχη να έχει ηλεκτρικό πολύ νωρίς σε σχέση με άλλες πόλεις (ακόμα και η
Αθήνα είχε τότε το γκάζι). Επίσης εμφανίζονται τα πρώτα καταστήματα, ιατρεία
κτλ. (κλινική Ν.Παπαδόπουλου – Αντ.Χαμπηλομάτη, κλινική Ανδριόπουλου –
Λαμπρόπουλου, φαρμακείο Δημ. Γιαννακούλια, οδοντιατρείο Νικ. Κεφάλα…)
Την ίδια εποχή χτίζεται ο ναός του Αγίου Κωνσταντίνου, γύρω απ’ τον
οποίο γινόταν κάθε χρόνο μεγάλη εμποροζωοπανήγυρη, που κρατούσε μια εβδομάδα.
Το 1918 λειτούργησε το Γυμνάσιο, αρχικά σε νοικιασμένο κτίριο. Με
δαπάνες των Μεγαλοπολιτών της Αμερικής χτίστηκε νέο κτίριο, στη θέση του
σημερινού Γυμνασίου, που θεμελιώθηκε το 1926 από τον Αρκά Πρωθυπουργό Αλέξανδρο
Παπαναστασίου. Το κτίριο αυτό καταστράφηκε στο σεισμό του 1965.
Ο σεισμός, με 17 νεκρούς, κατέστρεψε τα περισσότερα σπίτια της
περιοχής. Τότεστρατιωτική ΜΟΜΑ έχτισε δυο οικισμούς προκατασκευασμένων σπιτιών
για τουςσεισμόπληκτους και πολλοί κάτοικοι των γύρω χωριών συγκεντρώθηκαν στη
Μεγαλόπολη.
Η κεντρική πλατεία
Μεγαλόπολης το 1928
Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ
ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗ
Η Μεγαλόπολη έμεινε σε πληθυσμιακή στασιμότητα για αρκετά χρόνια, ως τη
δεκαετία του ’70, οπότε ανακαλύφθηκαν στο υπέδαφός της κοιτάσματα λιγνίτη. Από
τότε ξεκινά μια νέα εποχή πρωτοφανούς οικονομικής ανάπτυξης για την πόλη, αφού
από το 1970 αρχίζει να λειτουργεί ατμοηλεκτρικός σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής
ενέργειας της Δ.Ε.Η., μετά την ανακάλυψη κοιτασμάτων λιγνίτη. Τα αποθέματά του
είναι πολύ μεγάλα και υπολογίζεται ότι επαρκούν ως καύσιμο μέχρι το 2030. Σήμερα
λειτουργούν στη Μεγαλόπολη 4 μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, συνολικής
ισχύος 850
MW
και απασχολούνται σ’ αυτές πάνω από χίλιοι εργαζόμενοι. Το τίμημα όμως της
ανάπτυξης είναι η μεγάλη ατμοσφαιρική ρύπανση και η καταστροφή του
περιβάλλοντος.
Η σύγχρονη Μεγαλόπολη έχει την όψη μιας μοντέρνας πόλης. Τα τελευταία
τριάντα χρόνια η πόλη άλλαξε μορφή και έγιναν σπουδαία έργα, ενώ κάποια άλλα
εκτελούνται σήμερα (τηλεθέρμανση, αναμόρφωση κεντρικής πλατείας, λαϊκή αγορά)
και περιμένουμε όλοι να δούμε την αποπεράτωσή τους. Τα αξιοθέατα της περιοχής
μας είναι πάρα πολλά και ελπίζουμε σύντομα να γίνει η αξιοποίηση των
αρχαιολογικών της χώρων, ώστε η πόλη μας να γίνει ένα σπουδαίο αρχαιολογικό και
πολιτιστικό κέντρο της Πελοποννήσου.
Η κεντρική
πλατεία Μεγαλόπολης (ως το 2001)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ :
Κ.Ι.Παπανικολάου : «Μεγαλόπολη»
Αγ.Τσέλαλη : «Μεγαλόπολις, Λυκόσουρα, Λύκαιον»
Ιωάννη Β. Βίγλα : «Παυσανίου Αρκαδικά»
Διον. Παπαδόπουλου : «Ιστορία της Επαρχίας Μεγαλοπόλεως»
Εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα»
Εγκυκλοπαίδεια «Δομή»
|